ψυχοαισθητικός

ψυχοαισθητικός
-ή, -ό, Ν
(ιατρ.-φυσιολ.) (για φαινόμενα ή εκδηλώσεις) αυτός που συνδέεται με την αντίληψη και την ερμηνεία αισθητικών ερεθισμάτων («ψυχοαισθητική παραίσθηση»).
[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. γαλλ. psychosensoriel < psycho- (< ψυχή) + sensoriel (πρβλ. αισθητικός)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”